All inclusive θα πει «όλα περιλαμβάνονται» -διαμονή, διατροφή και διασκέδαση. Για παράδειγμα, για επτά διανυκτερεύσεις (δύο ενηλίκων και ενός παιδιού) σε 4 αστέρων ξενοδοχείο και 80 ευρώ ανά διανυκτέρευση, ο πελάτης καλείται να καταβάλει 560 ευρώ. Στο all inclusive πακέτο η τιμή αυτή θα διαμορφωθεί στα 665-680 ευρώ και μ' αυτά τα χρήματα ο τουρίστας θα κοιμηθεί, θα φάει τρία γεύματα τη μέρα, θα πιει τον καφέ του στο μπαρ του ξενοδοχείου, θα έχει «ρεζερβέ» ξαπλώστρα στο beach bar, θα πάρει παγωτά για το παιδί του και, πιθανώς, θα συνοδεύσει και το ποτό του με ένα σνακ.
Όμως, χιλιάδες μικρές επιχειρήσεις (ενοικιαζόμενα δωμάτια, ταβέρνες, καταστήματα τουριστικών ειδών) έχουν καταφερθεί εναντίον της all inclusive λογικής αφού, όπως διατείνονται, ο τουρίστας μένει μέσα στο ξενοδοχείο, δεν τρώει στα ταβερνάκια, δεν ψωνίζει και, ως εκ τούτου, δεν αφήνει την (πολύτιμη) συνδρομή του στην τοπική οικονομία.
Επιπροσθέτως, τα χρήματα που πληρώνει δεν κατευθύνονται οπωσδήποτε στην τσέπη του ξενοδόχου, αλλά ένα μεγάλο μέρος τους πηγαίνει στο λεγόμενο tour operator, τον ταξιδιωτικό πράκτορα του εξωτερικού. Ο τελευταίος συνήθως έχει κάνει από πολύ νωρίς προκρατήσεις πακέτων all inclusive (ακόμα και ένα εξάμηνο πριν από την έναρξη της τουριστικής σεζόν) σε πολύ χαμηλή τιμή και εν συνεχεία τα πουλάει στους πελάτες του, βγάζοντας σημαντικό κέρδος.
Το μεγαλύτερο ποσοστό των πελατών all inclusive σήμερα το αποτελούν Γερμανοί, Βρετανοί και Ρώσοι. Κατέχει, μάλιστα, στο σύνολο της ετήσιας τουριστικής μας κίνησης ένα ποσοστό περίπου 25%-30% και κερδίζει συνεχώς έδαφος.
Πηγή: www.enet.gr